Τρίτη 8 Ιουλίου 2014

Η Αριστερά του 20ου αιώνα… κόντρα στον Καπιταλισμό του 21ου αιώνα

Του Στέλιου Ελληνιάδη


Μεγαλώσαμε μεταπολεμικά με μια Αριστερά, είμαστε μια Αριστερά, που διαμορφώθηκε με βάση ένα δεδομένο, που δεν ισχύει πια ή, εν πάση περιπτώσει, ισχύει όλο και λιγότερο. Ένα δεδομένο με δύο σκέλη, αφενός το σοσιαλιστικό καθεστώς της Ανατολικής Ευρώπης που εξ αποστάσεως επηρέαζε τις κοσμοαντιλήψεις μας και αφετέρου το αστικό καθεστώς της Δυτικής Ευρώπης μέσα στο οποίο ζούμε. Το μεν πρώτο δεν υπάρχει πια, το δε δεύτερο μεταλλάσσεται ραγδαία. Δηλαδή, η βάση, η εποχή στην οποία διαμορφώθηκε η Αριστερά, δεν είναι πια η ίδια. Το κοινωνικό κράτος και ο κεντρικά σχεδιασμένος εξισωτισμός, σοσιαλιστικού ή σοσιαλδημοκρατικού τύπου, είτε διαλύθηκαν είτε συρρικνώνονται ραγδαία. Και μαζί τους υποχωρεί και περιορίζεται η δημοκρατία, γιατί όσο επιθετικότερος γίνεται ο καπιταλισμός και όσο περισσότερο ισχυροποιείται η κυρίαρχη δομή του συστήματος, τόσο ενισχύεται η αυταρχική μορφή διακυβέρνησης. Η υπερσυγκέντρωση του πλούτου συνεπάγεται αναπόφευκτα και την υπερσυγκέντρωση της εξουσίας σε λιγότερα χέρια. Η συρρίκνωση της δημοκρατίας και η κατάλυση των θεσμών διευκολύνει ακόμα περισσότερο την υπερσυγκέντρωση του πλούτου και τη φτωχοποίηση της κοινωνίας. Η αυξανόμενη ανισότητα, σε Δύση και Ανατολή, είναι αιτία αλλά και συνέπεια αυτής της τροπής. Εάν η Αριστερά στην προηγούμενη φάση είχε να αντιμετωπίσει έναν «καλό» καπιταλισμό, σήμερα έχει να αντιμετωπίσει ένα πολύ κακό και επιθετικό καπιταλισμό.

Η Αριστερά, σε όλη την Ευρώπη, πέρασε από διάφορα στάδια προσαρμογής στη νέα μεταπολεμική πραγματικότητα, με τραγικότερο το στάδιο κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης, κατά το οποίο στραπατσαρίστηκε και, σε ορισμένες χώρες, καταποντίστηκε. Έτσι, η τρέχουσα μεγάλη κρίση, που είναι διαφορετική σε ποιότητα και ποσότητα από κάθε άλλη, βρήκε την Αριστερά στο περιθώριο ή πολύ κοντά στα όριά του, με λιγοστές εξαιρέσεις λόγω ειδικών τοπικών συνθηκών, όπως συνέβη στη Γερμανία σαν συνέπεια της επανένωσης των δύο Γερμανιών.

Κάτω από συνθήκες κατάρρευσης, π.χ. σε πρώην «ανατολικές», ενσωμάτωσης, π.χ. στην Ιταλία και συρρίκνωσης, π.χ. Ισπανία, Γαλλία κ.λπ., η ευρωπαϊκή Αριστερά δεν έχασε μόνο το ηθικό της, αλλά έχασε και τα αναλυτικά της εργαλεία. Το παράλληλο κλατάρισμα της Σοσιαλδημοκρατίας που διολίσθησε στο νεοφιλελευθερισμό και η στροφή της Κίνας στην οικονομία της αγοράς, αφαίρεσαν από την Αριστερά πολλά από τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα και κλόνισαν την εμπιστοσύνη στα αναπτυγμένα, έστω και με πολύ μεγάλες μεταξύ τους διαφορές, εξισωτικά μοντέλα.

Χρειάζεται, λοιπόν, η Αριστερά να επανατοποθετηθεί στις νέες συνθήκες. Να ξαναβρεί το ριζοσπαστικό και ανατρεπτικό της εαυτό μέσα σε ένα καινούργιο περιβάλλον. Αλλά πώς και με ποιους; Οι παλιές αντιλήψεις παρέμειναν ισχυρές μέσα στην κοινωνία τραβώντας την Αριστερά προς τα πίσω. Μια Αριστερά φορτωμένη με απογοητεύσεις και διαψεύσεις και αρκετά ξεκομμένη από το πιο ζωογόνο κομμάτι της κοινωνίας, τη νεολαία. Μιας νεολαίας που, μεγαλώνοντας στην καλύτερη Ευρώπη όλων των εποχών, με δικαιώματα, ειρήνη, ανέσεις και ένα σωρό θαυμαστά τεχνολογικά επιτεύγματα, δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει την ξαφνική μεταστροφή των καταστάσεων.

Αυτή η για πολλά χρόνια υπερκερασμένη από τη Σοσιαλδημοκρατία Αριστερά που πάλευε για την επιβίωσή της, δεν μπορούσε να προβλέψει τις εξελίξεις, ούτε αυτές που συνέβησαν στην ανατολική Ευρώπη ούτε αυτές που συμβαίνουν τώρα στο δυτικό κόσμο στο σύνολό του. Η Αριστερά δεν είχε τα φόντα για να επεξεργαστεί εγκαίρως τα νέα δεδομένα, να επανακαθορίσει τη θέση της και να χαράξει γραμμή σε αντιστοιχία με τη νέα πραγματικότητα. Ο φορτωμένος με δώρα και υποσχέσεις καπιταλισμός είχε σαρώσει τα πάντα.

Ευκαιρίες για ανασύνταξη


Η κρίση που ξεσπάει το 2008, καταστρέφει, αλλά δημιουργεί και ευκαιρίες για ανασύνταξη της Αριστεράς. Που σημαίνει ότι η Αριστερά καλείται αφενός να εγκαταλείψει τις ξεπερασμένες αναλύσεις της πραγματικότητας, που συχνά στηρίζονται άτσαλα με προσφυγές σε τσιτάτα των κλασικών του μαρξισμού αδικώντας τους κατάφωρα, και αφετέρου να εκσυγχρονίσει τη σκέψη της, να αντιληφθεί σε βάθος τις κοσμοϊστορικές αλλαγές και να διαμορφώσει πολιτικές που πιάνουν το σφυγμό της κοινωνίας. Ξαφνικό και δύσκολο έργο, σε δρόμο μονής κατεύθυνσης.

Η Αριστερά, στα χρόνια της «κοιλιάς», υπέστη μεγάλες απώλειες στο πεδίο του πολιτισμού, υστέρησε στην επινόηση ενός εναλλακτικού μοντέλου επιβίωσης και προόδου, εξαντλήθηκε σε εμφύλιες διαμάχες και παγιδεύτηκε σε δύσβατα πεδία, όπως της μετανάστευσης, της οικολογίας, του συνδικαλισμού, της εγκληματικότητας κ.ά.

Θέματα όπως η άνοδος της ολιγαρχίας, η ανισότητα, η νεοαποικιοκρατία, η νεοϋποτέλεια και το εθνικό ζήτημα στον 21ο αιώνα, η μετάλλαξη της οικονομίας της αγοράς, οι μεταβολές της κοινωνικής διαστρωμάτωσης, η θέση της νεολαίας, η εναλλακτική επικοινωνία, η εκτεταμένη διαφθορά κ.ά. είτε έμειναν εκτός κεντρικής ατζέντας είτε αντιμετωπίσθηκαν αποσπασματικά και ρηχά. Αντ’ αυτών αναπτύχθηκε ένας οιονεί ριζοσπαστισμός που επικεντρώθηκε στις προτεραιότητες των διανοουμένων και των πανεπιστημιακών κύκλων, που δεν είχαν μεγάλη επαφή με το κοινωνικό σώμα ούτε ουσιαστική κατανόηση της νέας διεθνούς πραγματικότητας. Πιο εύκολα έβλεπαν τα δέντρα και πιο δύσκολα το δάσος. Έτσι, η Αριστερά, παλινδρομώντας ανάμεσα στον ακαδημαϊσμό και τον ακτιβισμό, έχασε το μέτρο και δεν αντιλήφθηκε έγκαιρα το μεγάλο τσουνάμι που έμελε να περάσει πάνω από τις χώρες διαλύοντάς τες.

Τα πιο αυθόρμητα κινήματα έδωσαν ανάσες με τον ακτιβισμό τους. Πρόταξαν καινούργια πράγματα, φώτισαν μερικά νέα δεδομένα και επισήμαναν σημαντικές ρωγμές του συστήματος στην πιο επιθετική του μορφή, αιμοδοτώντας την Αριστερά, που είχε στερέψει από νέες ιδέες, αλλά δεν έδωσαν ακόμα λύσεις και προγράμματα.

Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, συμμετέχουμε και παρακολουθούμε την προσπάθεια ανασύστασης της Αριστεράς σε πολλά μέρη της Ευρώπης και ιδίως στον πιο προβληματικό Νότο. Αλλά χρειάζεται να κάνουμε περισσότερα για να κατανοήσουμε τι ακριβώς συμβαίνει στον κόσμο και να εξειδικεύσουμε τις πολιτικές μας με βάση τα νέα δεδομένα.

Η φωτό είναι του Στ. Ελληνιάδη (Και οι φτωχοί φτωχότεροι, στην Ελλάδα του 21ου αιώνα…)



…κόντρα στον Καπιταλισμό του 21ου αιώνα



Μερικές φορές, η πιο χρήσιμη βοήθεια στην Αριστερά έρχεται από παράγοντες του ίδιου του συστήματος, στην προσπάθειά τους να το επιδιορθώσουν και να το βγάλουν από την πορεία που αισθάνονται ότι απειλεί την αδιατάραχτη μακροημέρευσή του. Μ’ αυτή την έννοια, έχει μεγάλο ενδιαφέρον η εργασία του Γάλλου οικονομολόγου Τομά Πικετί που αποτυπώνεται στο μπεστσέλερ βιβλίο του Το Κεφάλαιο στον 21ο αιώνα, η οποία αναδεικνύει με εξαιρετική τεκμηρίωση το είδος και το μέγεθος του «προβλήματος» που αντιμετωπίζει ο καπιταλισμός και προβλέπει ότι εάν το σύστημα δεν αυτοδιορθωθεί με δραστικά μέτρα και παρεμβάσεις σε παγκόσμια κλίμακα, θα καταστεί ολιγαρχικό και μια έκρηξη για την ανατροπή του είναι πολύ πιθανή.

piketty capital

Ο Τομά Πικετί μελετάει την εξέλιξη του συστήματος με κλασικές μεθόδους, αλλά με μια προχωρημένη λογική, η οποία έρχεται με αδιαμφισβήτητα στοιχεία να επιβεβαιώσει αυτό που έχουν ήδη επισημάνει και άλλοι οικονομολόγοι και πολιτικοί, όπως ο Αμερικανός Joseph E. Stiglitz (The Price of Inequality), ο Βρετανός Ferdinand Mount (The New Few) κ.ά., και εκφράστηκε κινηματικά από το Occupy Wall Street που προκάλεσε αίσθηση με το κεντρικό του σύνθημα «Είμαστε το 99%» σε αντιπαράθεση με το 1% των ολιγαρχών που απομυζούν όλο και μεγαλύτερο μερίδιο του παραγόμενου πλούτου σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Η ανισότητα μεγαλώνει και αλλάζει τον κόσμο προς το χειρότερο.

Εισόδημα από κεφάλαιο και εισόδημα από εργασία


Υπάρχουν δύο τρόποι για την επίτευξη μιας πολύ μεγάλης ανισότητας, γράφει ο Πικετί. «Ο πρώτος είναι διαμέσου μιας “υπερκληρονομικής κοινωνίας” (ή “κοινωνίας των εισοδηματιών”): μία κοινωνία στην οποία ο κληρονομικός πλούτος είναι πολύ σημαντικός και όπου η συγκέντρωσή του φτάνει σε ακραία επίπεδα (με το ανώτερο 10% του πληθυσμού να είναι ιδιοκτήτης του 90% όλου του πλούτου και με το 50% του πλούτου να ανήκει μόνο στο ανώτερο 1% του πληθυσμού). Η ολική ιεραρχία εισοδήματος, τότε, κυριαρχείται από πολύ υψηλά εισοδήματα προερχόμενα από το κεφάλαιο, ειδικά από το κληρονομικό κεφάλαιο. Αυτό είναι το μοντέλο που συναντάμε στο Ancient Regime στη Γαλλία και στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια της Belle Epoque, με διάφορες μικρές παραλλαγές. Πρέπει να καταλάβουμε πώς προκύψανε και παραμείνανε τέτοιες δομές ιδιοκτησίας και ανισότητας και σε ποιο βαθμό ανήκουν στο παρελθόν –εκτός, βεβαίως, κι αν σχετίζονται επίσης με το μέλλον.

Ο δεύτερος τρόπος επίτευξης μιας τόσο μεγάλης ανισότητας είναι σχετικά νέος. Δημιουργήθηκε κυρίως από τις ΗΠΑ στις περασμένες δεκαετίες. Εδώ βλέπουμε ότι ένα πολύ υψηλό επίπεδο ανισότητας του συνολικού εισοδήματος (από εργασία και κεφάλαιο) μπορεί να είναι αποτέλεσμα μιας “υπεραξιοκρατικής κοινωνίας” (ή σε κάθε περίπτωση μιας κοινωνίας την οποία οι άνθρωποι που είναι στην κορυφή αρέσκονται να την περιγράφουν ως αξιοκρατική). Θα μπορούσε κανείς να την αποκαλέσει και “κοινωνία υπερανθρώπων” (ή ίσως “υπερδιευθυντών” [supermanagers], ένας κάπως διαφορετικός χαρακτηρισμός). Με άλλα λόγια, πρόκειται για μια πολύ άνιση κοινωνία, αλλά στην οποία η κορυφή της εισοδηματικής ιεραρχίας κυριαρχείται από πολύ υψηλά εισοδήματα προερχόμενα από εργασία παρά από κληρονομικό πλούτο…»

«Οι δύο τύποι ανισότητας μπορούν να συνυπάρχουν: δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην μπορεί ένα άτομο να είναι ταυτόχρονα υπερδιευθυντής και εισοδηματίας – και το γεγονός ότι η συγκέντρωση πλούτου είναι σήμερα μεγαλύτερη στις ΗΠΑ απ’ ό,τι στην Ευρώπη δείχνει ότι μάλλον αυτό συμβαίνει στις ΗΠΑ. Και, βεβαίως, δεν υπάρχει τίποτα για να εμποδίσει τα παιδιά των υπερδιευθυντών από το να γίνουν εισοδηματίες…»
Οι δύο αυτοί τρόποι αύξησης της ανισότητας τείνουν να συνυπάρχουν και να αλληλοσυμπληρώνονται. «Εάν αυτό συμβεί, το μέλλον μπορεί να επιφυλάσσει ένα νέο κόσμο ανισότητας πιο ακραίο από οποιονδήποτε έχει προηγηθεί», επισημαίνει ο Πικετί.

«Σε χώρες που το εισόδημα από εργασία διανέμεται πιο ίσα, όπως οι Σκανδιναβικές μεταξύ 1970 και 1990, το ανώτερο 10% αυτών που κερδίζουν χρήματα λαμβάνει περίπου το 20% του συνόλου των μισθών και το κατώτερο 50% περίπου το 35%. Σε χώρες όπου η μισθολογική ανισότητα είναι μεσαία, στις οποίες περιλαμβάνονται οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες (όπως η Γαλλία και η Γερμανία) σήμερα, η πρώτη ομάδα παίρνει το 25-30% του συνόλου των μισθών και η δεύτερη περίπου το 30%.Και στις πιο άνισες χώρες, σαν τις ΗΠΑ στο ξεκίνημα της δεκαετίας του 2010 (όπου το εισόδημα από εργασία διανέμεται όσο πιο άνισα έχει ποτέ παρατηρηθεί στον κόσμο), το ανώτερο 10% παίρνει το 35% του συνόλου, ενώ το κατώτερο μισό παίρνει μόνο 25%. Εν ολίγοις, η ισορροπία ανάμεσα στις δύο ομάδες έχει σχεδόν πλήρως αντιστραφεί…»

30-31_PICKETI-2
Ο Τόμας Πικετί επιβεβαίωσε τα αυτονόητα με το Κεφάλαιο στον εικοστό πρώτο αιώνα και πάει παραπέρα…

Χωρίς περιουσία


Τα στοιχεία που δεν επιδέχονται αντιρρήσεις αποκαλύπτουν ότι πίσω από τη βιτρίνα των αναπτυγμένων χωρών, η μεγάλη πλειονότητα της κοινωνίας δεν έχει τίποτα δικό της ή έχει κάτι πάρα πολύ μικρό σε σχέση με αυτούς που έχουν τη μερίδα του λέοντος.
«Το πιο εντυπωσιακό γεγονός είναι χωρίς αμφιβολία ότι σε όλες αυτές τις χώρες, ο μισός πληθυσμός δεν έχει τίποτα δικό του: το φτωχότερο 50% αμετάβλητα κατέχει λιγότερο από το 10% του εθνικού πλούτου, και γενικώς λιγότερο από το 5%. Στη Γαλλία, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία (για το 2010-2011), το πλουσιότερο 10% ελέγχει το 62% του συνολικού πλούτου, ενώ το φτωχότερο 50% μόνο το 4%. Στις ΗΠΑ, η πιο πρόσφατη έρευνα της Κεντρικής Τράπεζας, που καλύπτει την ίδια περίοδο, δείχνει ότι το ανώτερο 10% κατέχει το 72% του πλούτου της Αμερικής, ενώ το κατώτερο μισό (50% του πληθυσμού) μόνο το 2%.»

«…Για το μισό του πληθυσμού, η ίδια η αίσθηση του πλούτου και του κεφαλαίου είναι σχετικά αφηρημένη. Για εκατομμύρια ανθρώπους, ο “πλούτος” αντιστοιχεί σε κάτι λίγο παραπάνω από τους μισθούς μερικών εβδομάδων σε ένα τραπεζικό λογαριασμό όψεως ή σε ένα αποταμιευτικό λογαριασμό με χαμηλό επιτόκιο, ένα αυτοκίνητο και μερικά έπιπλα. Η αναπόφευκτη πραγματικότητα είναι αυτή: ο πλούτος είναι τόσο συγκεντρωμένος που ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας σχεδόν αγνοεί την ύπαρξή του, έτσι ώστε μερικοί άνθρωποι φαντάζονται ότι ανήκει σε σουρεαλιστικές ή μυστήριες οντότητες…»

«…Στην άλλη άκρη της κλίμακας, το πλουσιότερο 10% που έχει το 60% του συνολικού πλούτου, όπως ισχύει στην Ευρώπη, είναι και το ίδιο ακραία άνισο… Το μερίδιο του ανώτερου 1% είναι σε γενικές γραμμές γύρω στο 25% και το μερίδιο του άλλου 9% του πληθυσμού είναι γύρω στο 35%…»

Μεσαία τάξη


Ο Πικετί υπογραμμίζει με συγκριτικά στοιχεία ότι η μεσαία τάξη που για ένα διάστημα αποτέλεσε ένα σημαντικό ενδιάμεσο σώμα ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς, συμπιέζεται προς τα κάτω καθώς συντελείται μια σαφής μεταφορά του πλούτου από τους κατώτερους και τους μεσαίους στους ανώτερους. «Μην κάνετε κανένα λάθος: η ανάπτυξη μιας αληθινής “κληρονομικής (ή ιδιοκτησιακής) μεσαίας τάξης” αποτέλεσε την κύρια δομική μεταβολή του καταμερισμού του πλούτου στον αναπτυγμένο κόσμο μέσα στον εικοστό αιώνα. Πηγαίνοντας ένα αιώνα πίσω, στη δεκαετία 1900-1910, σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, η συγκέντρωση του κεφαλαίου ήταν πολύ πιο ακραία απ’ ό,τι είναι σήμερα. Σ’ αυτήν την περίοδο, στη Γαλλία, τη Βρετανία και τη Σουηδία, όπως και σε όλες τις άλλες χώρες για τις οποίες έχουμε στοιχεία, το πλουσιότερο 10% κατείχε σχεδόν όλο τον πλούτο του έθνους: το μερίδιό του έφτανε το 90%. Το πλουσιότερο 1% από μόνο του κατείχε πάνω από το 50% του συνολικού πλούτου. Και σε μερικές πολύ άνισες χώρες, σαν τη Βρετανία, πάνω από το 60%. Απ’ την άλλη, το μεσαίο 40% του πληθυσμού κατείχε μόλις κάτι πάνω από το 5% του εθνικού πλούτου, ελάχιστα παραπάνω από το φτωχότερο 50%, το οποίο τότε, όπως και τώρα, κατέχει λιγότερο από το 5%. Με άλλα λόγια, δεν υπήρχε μεσαία τάξη, με την έννοια ότι το μεσαίο 40% ήταν σχεδόν τόσο φτωχό όσο και το κατώτερο 50%…»

Μεταπολεμικά, η αναδιανομή, συνέπεια των καταστροφικών πολέμων, της μακρόχρονης ειρήνης, της ανάπτυξης της αστικής δημοκρατίας, των παραγωγικών δυνάμεων και του κοινωνικού κράτους, επέφερε σοβαρές αλλαγές στην κοινωνική διαστρωμάτωση στην Ευρώπη και την Αμερική.
«Η ανάδυση της ιδιοκτησιακής μεσαίας τάξης ήταν μια σημαντική, αν και εύθραυστη, ιστορική καινοτομία και θα είναι σοβαρό λάθος να την υποτιμήσουμε… Δεκάδες εκατομμύρια άτομα – 40% του πληθυσμού αντιπροσωπεύει μια μεγάλη ομάδα, που μεσολαβεί μεταξύ πλουσίων και φτωχών- κατέχουν ατομικά ιδιοκτησία αξίας εκατομμυρίων ευρώ και συλλογικά παίρνουν το ένα τέταρτο ως το ένα τρίτο του εθνικού πλούτου: αυτή είναι μια σημαντική αλλαγή. Με ιστορικούς όρους, ήταν ένας πολύ μεγάλος μετασχηματισμός, ο οποίος άλλαξε σε βάθος το κοινωνικό τοπίο και την πολιτική δομή της κοινωνίας και βοήθησε στο να επανακαθοριστούν οι όροι της διανεμητικής σύγκρουσης. Γι’ αυτό είναι ουσιαστικό να καταλάβει κανείς γιατί προέκυψε.

Η άνοδος της ιδιοκτησιακής μεσαίας τάξης συνοδεύτηκε από μια πολύ οξεία μείωση του μεριδίου του πλούτου του ανώτερου 1%, που έπεσε περισσότερο από το μισό, από το άνω του 50% στην Ευρώπη στο πέρασμα στον εικοστό αιώνα στο περίπου 20-25% στο τέλος του αιώνα και στην αρχή του επόμενου… Αυτό ήταν ιστορικά σημαντικό, επειδή η ακραία συγκέντρωση πλούτου στην Ευρώπη γύρω στο 1900 ήταν στην πραγματικότητα χαρακτηριστική ολόκληρου του 19ου αιώνα…»

Και τώρα; Ραγδαία επιστροφή στο 2010 και ακόμα πιο πίσω;


«…Ο πλούτος σήμερα είναι ακραία συγκεντρωμένος: το ανώτερο 10% κατέχει το 60% του πλούτου της Ευρώπης και πάνω από το 70% στις ΗΠΑ. Και το φτωχότερο μισό του πληθυσμού είναι τόσο φτωχό σήμερα όσο ήταν στο παρελθόν, κατέχοντας με δυσκολία, το 2010, το 5% του συνολικού πλούτου, όπως και το 1910… Αυτό μας ωθεί να συμπεράνουμε ότι τίποτα δεν άλλαξε πραγματικά: η ανισότητα στην ιδιοκτησία του κεφαλαίου παραμένει εξτρεμιστική.»

Οι φτωχοί φτωχοί και οι μεσαίοι όλο και πιο φτωχοί. Ένας κόσμος όχι πλέον για τους λίγους, αλλά για τους πολύ λίγους!

Ιδιωτικοποίηση των χωρών


Στην πραγματικότητα, δεν πρέπει να μιλάμε μόνο για κρίση. Πρέπει να μιλάμε για μια παγκόσμια αλλαγή. Ο διεθνής καπιταλισμός έχει περάσει σε μια νέα φάση όπου όλα αναδιατάσσονται, τόσο μέσα στις χώρες όσο και μεταξύ των χωρών. Και το πιο ενδιαφέρον και ανησυχητικό: δημιουργείται μια υπερεξουσία που συγκεντρώνει τεράστιο πλούτο υπερεθνικά και απειλεί να καταβροχθίσει όχι μόνο τον πλούτο των λαών, αλλά και τις χώρες τους ολόκληρες! Και, μάλιστα, όχι μόνο τις φτωχές, αλλά και τις πλούσιες!
«Η απειλή μιας διεθνούς εκτροπής που θα οφείλεται στη σταδιακή απόκτηση των πλούσιων χωρών από την Κίνα (ή από τα ανεξάρτητα επενδυτικά κεφάλαια των εξαγωγέων πετρελαίου) φαίνεται λιγότερο αξιόπιστη και επικίνδυνη από μία ολιγαρχικού τύπου εκτροπή, που σημαίνει, μια διαδικασία στην οποία οι πλούσιες χώρες θα αποτελούν ιδιοκτησίες των δισεκατομμυριούχων τους ή, γενικότερα, στην οποία όλες οι χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Κίνας και των εξαγωγέων πετρελαίου, θα γίνονται όλο και περισσότερο ιδιοκτησίες των δισεκατομμυριούχων και πολυεκατομμυριούχων του πλανήτη. Όπως έχει επισημανθεί, αυτή η διαδικασία βρίσκεται ήδη για τα καλά σε εξέλιξη.»
Με αυτό το όχι φανταστικό σενάριο κατά νου, η Ελλάδα μπορεί να μην είναι το «πειραματόζωο», όπως συνηθίζουν πολλοί να την αποκαλούν, αλλά η πιο προχωρημένη εφαρμογή αυτού του νέου μοντέλου του 21ου αιώνα, της χώρας που δεν είναι απλώς αποικία κάποιας άλλης, αλλά ιδιοκτησία των «υπερφυσικών» κεφαλαίων που συσσωρεύονται πάνω από τον πλανήτη και αλλάζουν βίαια και μεταμφιεσμένα τον χαρακτήρα των εθνών-κρατών, μετατρέποντάς τα σε παραρτήματα, κοινώς μαγαζιά, των απρόσωπων ιδιοκτητών τους, με καθεστώτα υποτελή και υπηκόους νέου τύπου δουλοπάροικους.

Πώς θα αντιδράσουμε;


Κάθε προβληματισμένος άνθρωπος μένει άναυδος μπροστά σ’ αυτή τη θεμελιακή ανατροπή που θέτει πολλά δυσεπίλυτα διλήμματα και συνδέεται με άπειρες προεκτάσεις, οικονομικές, πολιτικές, πολιτισμικές κ.ά.. Πώς θα την αντιμετωπίσουμε; Θα προσπαθήσουμε να αποκαταστήσουμε την όποια ελεγχόμενη ανισορροπία είχε επιτευχθεί στην Ευρώπη στα «καλά» χρόνια του καπιταλισμού ή θα επιχειρήσουμε μια ριζικότερη αλλαγή, που εμπεριέχει ρήξη; Πού μας οδηγεί η κοινωνία; Ποιες δυνάμεις έχουμε; Πώς προετοιμαζόμαστε; Σε τι και ποιους μπορούμε να στηριχτούμε;

Αυτά είναι μερικά από τα σοβαρά ερωτήματα στα οποία καλείται η ευρωπαϊκή Αριστερά, πιο πιεστικά εκ των πραγμάτων η ελληνική, να απαντήσει. Κι από την ορθότητα αυτών των απαντήσεων εξαρτιούνται πολλά.

Από τον Δρόμο της Αριστεράς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου