Παρασκευή 15 Αυγούστου 2014

Τα ερείπια μιας… «Μεγάλης Ιδέας»

Του Νίκου Σβέρκου


Τι έλεγαν τα κόμματα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 οι οποίοι ξεπέρασαν κατά 600% τον προϋπολογισμό τους, ενώ τα ολυμπιακά ακίνητα ρημάζουν σήμερα

Το ημερολόγιο έγραφε 13 Αυγούστου 2004 και η πρωτεύουσα ζούσε στους ρυθμούς των Ολυμπιακών Αγώνων. Η τελετή έναρξης της διοργάνωσης προσέθετε το κατάλληλο «κερασάκι στην τούρτα» των εθνικών στόχων και των σύγχρονων μεγάλων ιδεών. Τώρα, 10 χρόνια μετά, η συζήτηση για το κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα του 2004 καλά κρατεί, μια και υπολογισμοί εκείνης της εποχής μιλούσαν για υπέρβαση των αρχικών προϋπολογισμών κατά 600%. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως έχει η πολιτική τοποθέτηση των κομμάτων από την περίοδο της διεκδίκησης των Ολυμπιακών Αγώνων το 1996 μέχρι τη διεξαγωγή τους, μια και το μεγάλο βάρος που επωμίστηκε ο λαός από την διοργάνωση αποτελούσε για το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ. «σπουδαία εθνική υπόθεση».

ΠΑΣΟΚ«Η Ελλάδα του 1997 δεν είναι πια η Ελλάδα του 1993. Η ανάληψη της Ολυμπιάδας του 2004, που η δική μας κυβέρνησης πέτυχε, μαζί με τα έργα του Γ´ ΚΠΣ θα ανοίξουν πολλές νέες επενδυτικές ευκαιρίες».

Αυτά δήλωσε στις 21 Δεκεμβρίου του 1998 ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης κατά τη διάρκεια της συζήτησης του κρατικού προϋπολογισμού. Ηταν άλλωστε η εποχή που ο στόχος για την ένταξη στην ΟΝΕ κυριαρχούσε στην πολιτική ατζέντα της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, με τον τότε πρωθυπουργό να δηλώνει στις 31 Μαΐου του 2000 σε σχετική συνεδρίαση της Βουλής ότι η Ελλάδα «αυτές τις μέρες ακριβώς, αποδεικνύει ότι μπορεί να πετύχει έναν μεγάλο οικονομικό στόχο, την ένταξή της στην ΟΝΕ, [...] είναι μια χώρα με προοπτικές και δυνατότητες. Μια χώρα με οικονομία που μπορεί να ανταποκριθεί στο τεράστιο εγχείρημα των Ολυμπιακών Αγώνων». Επικεφαλής της διυπουργικής επιτροπής για τους Ολυμπιακούς Αγώνες ήταν τότε ο υπουργός Πολιτισμού, Ευάγγελος Βενιζέλος.

Ο Τύπος της εποχής, που τοποθετούνταν θετικά έναντι της κυβέρνησης, είχε πάντως αρχίσει από την επομένη της ανάληψης της διοργάνωσης να «διαφημίζει» τα αναμενόμενα «θαύματα». «Η διαφορά θα προέλθει από το καθαρότερο περιβάλλον, από τα χιλιάδες στρέμματα πρασίνου, από την υποδομή σε αθλητικές, πολιτιστικές, ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις και γενικότερα από τη βελτίωση των υπηρεσιών που παρέχει το κράτος στους πολίτες, με κυριότερα τις συγκοινωνίες και τα… τηλέφωνα», έγραφε στις 7 Σεπτεμβρίου του 1997 το «Βήμα». Στην ίδια εφημερίδα, μια βδομάδα μετά, ο δημοσιογράφος τότε Πέτρος Ευθυμίου έγραφε ότι «η Ελλάδα όλο και πιο σταθερά μαθαίνει να δουλεύει μεθοδικότερα και να μιλάει λιγότερο. Αυτό συμβολίζει η πολιτική στροφή με τον κ. Κ. Σημίτη, αυτό κατάφεραν να περάσουν οι Αγγελόπουλοι στη διεθνή σκηνή».

Ν.Δ. Η τότε αξιωματική αντιπολίτευση, της οποίας ηγούνταν ο Κώστας Καραμανλής, βρισκόταν διαρκώς σε «άβολη» θέση. Ο πρόεδρος της Ν.Δ., όταν ανέλαβε η Αθήνα τη διοργάνωση, κρατούσε το τιμόνι της παράταξης για μόλις οκτώ μήνες, ενώ η ιστορική ηγεσία του κόμματος είχε διεξαγάγει το 1990 στο Καλλιμάρμαρο την επίσημη γιορτή για τη διεκδίκηση των Ολυμπιακών Αγώνων του 1996. Αλλωστε ο Δημήτρης Αβραμόπουλος εκτελούσε χρέη δημάρχου Αθηναίων, η Νίκη Τζαβέλλα, πρώην βουλευτής της Ν.Δ., είχε τοποθετηθεί άλλωστε αργότερα στην αντιπροεδρία του «Αθήνα 2004», ενώ ο αρμόδιος τομεάρχης Μανώλης Κεφαλογιάννης επιβεβαίωνε τη «συναίνεση αλλά όχι συνενοχή» του κόμματός του στις κυβερνητικές επιλογές. Είχε μάλιστα δηλώσει το 2000 ότι «η Ν.Δ. θα συνδράμει με όλες της τις δυνάμεις στην επιτυχία της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, γιατί αποτελούν εθνική υπόθεση».

Ο Κώστας Καραμανλής σε δηλώσεις του τον Σεπτέμβριο του 1997 είχε δηλώσει ότι τα στελέχη της Ν.Δ. πρέπει να παρακολουθούν την πορεία των έργων και τη διαχείριση των κονδυλίων, γιατί «αύριο-μεθαύριο θα είμαστε κυβέρνηση». Πράγματι το 2004, όταν αναδείχθηκε πρωθυπουργός ανέλαβε συγχρόνως το υπουργείο Πολιτισμού ώστε να τονίσει «τη σημασία που αποδίδει στην επιτυχή διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων», όπως αφηνόταν να διαρρεύσει επισήμως από κορυφαία στελέχη του Μαξίμου.

ΚΚΕ «Αναμφισβήτητα εμείς συμφωνούμε και στηρίζουμε τις ενέργειες για διεκδίκηση από την Αθήνα των Ολυμπιακών Αγώνων», είχε δηλώσει μεταξύ άλλων στις 3 Ιανουαρίου του 1996 η Αλέκα Παπαρήγα ύστερα από συνάντηση που είχε με τους τρεις επικεφαλής της Επιτροπής Διεκδίκησης των Αγώνων.

Η τοποθέτηση αυτή επιβεβαιώθηκε μάλιστα και από την Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ στις 23 Μαρτίου του 1997, πέντε μήνες προτού η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή δώσει τη διοργάνωση στην Αθήνα. «Οι Ολυμπιακοί Αγώνες αποτελούν ένα μεγάλο διεθνές αθλητικό, κοινωνικό, πολιτικό, πολιτιστικό γεγονός, μια μορφή επικοινωνίας λαών και χωρών», ανέφερε το κορυφαίο όργανο, επισημαίνοντας ότι το ΚΚΕ «θεωρεί αναφαίρετο δικαίωμα όλων των λαών -και του ελληνικού λαού φυσικά- να διεκδικεί την τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων στη χώρα τους, χωρίς όμως αυτό να γίνεται αυτοσκοπός».

Υπογράμμισε πάντως ότι οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να «επιτρέψουν να θυσιαστεί κανένα δικαίωμα του λαού μας στο όνομα συμφερόντων που θα επενδύσουν στην επιθυμία του λαού μας για διεξαγωγή των Αγώνων στη χώρα μας». Η «θετική» τοποθέτηση του ΚΚΕ είχε γίνει αντικείμενο κόντρας εντός της Αριστεράς, ενώ με την πάροδο των μηνών το κόμμα «σκλήρυνε» τη στάση του, με τη γ.γ. του να δηλώνει μάλιστα ότι «ο κότινος των Ολυμπιακών Αγώνων έχει προ πολλού αντικατασταθεί με το σήμα της Coca-Cola». Είχε μάλιστα παραδεχτεί ότι «η θέση του ΚΚΕ διαμορφώθηκε μέσα στην πορεία του χρόνου» και πως «τώρα, θεωρούμε ότι πρέπει οι Ολυμπιακοί Αγώνες να αποτελέσουν ένα πεδίο πάλης και δράσης – όχι στενά με το θέμα αν έπρεπε να γίνουν στη χώρα μας».

ΣΥΝ Την αντίθεσή του στη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων είχε εξ αρχής εκφράσει το 1997 ο Συνασπισμός, με τη Νεολαία ΣΥΝ (γραμματέας ήταν ο Αλέξης Τσίπρας) να αναλαμβάνει το «ακτιβιστικό» κομμάτι.

Το κόμμα είχε εκτιμήσει ότι «ο συγκεκριμένος τρόπος που προωθείται, θα προκαλέσει αρνητικές παρενέργειες και συνέπειες στην πορεία της ελληνικής οικονομίας και των δημόσιων οικονομικών, στο περιβάλλον και στην ποιότητα ζωής στο Λεκανοπέδιο της Αττικής και στην περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας». Είχε ζητήσει μάλιστα την απελευθέρωση συλληφθέντων διαδηλωτών. «Οι συλλήψεις και η δίωξη πολιτών που εκφράζουν την αντίθεσή τους στην υποψηφιότητα της Αθήνας για την Ολυμπιάδα του 2004, αποτελούν αυταρχική και σπασμωδική αντίδραση στις ολοένα διευρυνόμενες αντιδράσεις και κριτικές για τις αρνητικές συνέπειες που θα έχει για τη χώρα μας η ενδεχόμενη ανάληψη των Αγώνων».

Αντιδρώντας κατόπιν στην ανάληψη της διοργάνωσης η Κουμουνδούρου είχε δηλώσει ότι «θα λειτουργήσει με πρωτοβουλίες και προτάσεις ως δύναμη ελέγχου και κριτικής για τον περιορισμό των αρνητικών επιπτώσεων στην οικονομία, στο περιβάλλον και στην περιφερειακή ανάπτυξη». Σε αυτό το μοτίβο ο Συνασπισμός είχε προβάλει την ανάγκη «αυτοχρηματοδότησης» των έργων και είχε προτείνει, σύμφωνα με το «Βήμα» (25/1/1998) να συμπεριληφθούν στην Οργανωτική Επιτροπή των Ολυμπιακών Αγώνων ο καθηγητής του Πολυτεχνείου Γ. Πολύζος και η Ν. Σπυροπούλου, στέλεχος του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, πρόταση η οποία απερρίφθη από τον Κ. Σημίτη. Αλλωστε, σύμφωνα με δήλωση του Ν. Κωνσταντόπουλου το 2000, «αυτό το κλίμα συναίνεσης η κυβέρνηση δεν το αξιοποίησε. Απεναντίας το καταστρέφει και το αντιστρέφει».

Από την ΕΦ-ΣΥΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου