Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου 2014

ΑΡΑΧΤΑΝ

Του Κοσμά Ηλιάδη


Στα βάθη της άνω Ασίας, πέραν του ΚΑΥΚΑΛΟΥ εντός της ΑΡΑΝΙΑΣ προσάραξε στην κορυφή του ΑΡΑΧΤΑΝ, το πλοίο (αερόπλοιο, διαστημόπλοιο, ποταμόπλοιο, δεν θυμάμαι) του ΑΧΤΑΡΑΝ, σε λασπώδες, ηφαιστιογενές έδαφος.

Αφού πέρασε όλα τα επίσημα και ανεπίσημα κοντράλτα, για να πατήσει σε έδαφος στέρεο, έπρεπε να περάσει από την κρησάρα του διαβόλου. Που κάποιοι, κακοπροαίρετοι θαρρώ, τον ονόμασαν, χάριν συντομίας, ασφαλείας και δεν συμμαζεύεται, Γιαβόλ.

Ο Γιαβόλ τον τάραξε στις ερωτήσεις, αλλά ο περήφανος φιλομακεδών, άντεξε. Εμείς, να δούμε, πόσο! Η κουβέντα κύλησε κάπως έτσι:

- Από πού έρχεσαι;

- Από τη Νέα Δημοκρατία.

- Πως πορεύεσαι;

- Με τη Νέα Δημοκρατία.

- Δηλαδή, από την παλιά Νέα Δημοκρατία, που προέρχεται από την ΕΡΕ, η οποία προέρχεται από τον Συναγερμό, ο οποίος κλπ.. Και συνεχίζεις με τη Νέα, Νέα Δημοκρατία;

- Πρόσεξε πως μιλάς, το κόμμα μας έφερε τη δημοκρατία στη χώρα.

- Μιλάς για εκείνον που γύρισε Σωτήρης, καλά αφού με αγριοκοιτάζεις, θα πω την κακιά λέξη, όπως τη λέτε στη γλώσσα σας, γύρισε Σωτήρας. Είχε φύγει όμως, Τριανταφυλλίδης.

- Είσαι βαλτός προβοκάτορας. Είσαι το τσιράκι της δασκάλας με τα χαζά μάτια. (Με τα εγκληματικά μάτια, ήθελε να πει, αλλά δεν το ξεστόμισε. Παρέμεινε νομιμόφρων. Τι μπορούσε να κάνει το παιδί, σε τέτοιους δύσκολους καιρούς;)

- Ο προηγούμενος αρχηγός σας, μια χαρά τη βγάζει. Είναι στην εφεδρεία, έχει την βουλευτική του έδρα, παίρνει τα ανάλογά του. Μπράβο. Αυτή κι’ αν είναι χρυσή εφεδρεία. Όχι σαν τον άλλο τον ηλίθιο, ο οποίος από αρχηγός, έγινε πιτσαδόρος.

- Ποιον εννοείς;

- Αυτόν ντε, το σημαδεμένο, που διέλυσε το σιδηρούν παραπέτασμα, εκεί που γινόταν τόσα εγκλήματα, τόσα αίσχη, που να φανταστείς, έφρυξα και εγώ. Με συγκρίνανε με εκείνους τους εγκληματίες, και εγώ κοκκίνιζα από το κακό μου. Τόση αδικία ρε παιδί μου;

- Ώστε έτσι;

- Ναι, ναι. Ευτυχώς δηλαδή, λευτερώθηκε η ανθρωπότητα. Άσε που με διώχνουν, η μία χώρα μετά την άλλη.

- Γιατί; είσαι κάποτε χρήσιμος.

- Διότι από τότε που απαλλαγήκανε από τον κομουνιστικό κίνδυνο, εισήλθανε στη λεωφόρο της δημιουργίας και της ανάπτυξης. Τώρα ζούνε όλοι τους, μέσα σε καθεστώς δεινοκρατίας, πλούτου, ευημερίας και ευτυχίας. Προς τα εκεί θα πάτε και εσείς.

- Για αυτό αγωνίζομαι.

Η κουβέντα που είχε αρχίσει μεταξύ του διαβόλου – Γιαβόλ και του Αραχτάν, συνεχίστηκε κάπως έτσι:

- Κι’ αυτό το πράγμα στο Λονδίνο, (πρωτοχρονιάτικη φιέστα) τι θέαμα, τι θαύμα; Φτου, φτου, σκουλικομερμηγκότρυπα, είπα και άλλη κακιά λέξη (έφριξε ο διάβολος, με το ατόπημά του, και συνέχισε). Βλέπουνε τα φώτα οι πεινασμένοι και χορταίνουνε.

- Ο κόσμος χρειάζεται στήριξη.

- Ο εκδημοκρατισμός προχώρησε αρκετά. Φτάνει πια. Πρέπει να κλείσετε τη στρόφιγγα.

- Γιατί παρακαλώ; Πως το κατάλαβες;

- Ε, να λέω ένα σωρό ανάρμοστες λέξεις και δεν καίγεται η γλώσσα μου.

- Έτσι νομίζεις. Μπορεί να είναι υποβολή.

- Απορρίπτεις το μνημόνιο;

- Όχι.

- Το αποδέχεσαι;

- Όχι.

- Ε, τότε τι;

- Ναι, μεν, αλί και τρισαλί.

- Ζήτησες από τους λαϊκούς ευρωπαίους της παρέας σου, να σε βοηθήσουν, προκειμένου η χώρα σου να εξέλθει από την πενταετή ύφεση;

- Το έκανα για την πατρίδα μου!

- Ναι, αλλά ο αθλητής με το χαλασμένο ποδήλατο, κυβέρνησε τη χώρα σας, δυο χρόνια. Πήρε μια ωραία ύφεση, παχουλή και στρουμπουλή, την ντάντεψε, την ταΐσε, τη μεγάλωσε και σας την επιστρέφει, μαούνα και δυσκίνητη. Τα άλλα προηγούμενα τρία χρόνια ήταν δικά σας. Έτσι δεν είναι;

- Ναι, αλλά όχι ακριβώς.

- Γιατί δε λες στη χώρα σου, αυτά που είπες στους ευρωπαίους;

- Αυτά είναι μόνο για έξω. Δεν λέγονται εδώ.

- Γιατί;

- Χαζός είμαι, να χάσω ψήφους; Τι διάολο, δεν το καταλαβαίνεις; (Ο Γιαβόλ μόλις άκουσε την ανάρμοστη λέξη, μαύρισε περισσότερο).

- Πρόσεχε τι λες. Μη σε μαυρίσω με Καρατζαφέρη, μη σε κάψω με Καμένο, και θα ψάχνεσαι.

- Συγνώμη. Ότι λες, Γιαβόλ, Γιαβόλ.

- Στην κυβέρνηση ήσουν εντός;

- Όχι.

- Ήσουν εκτός;

- Όχι.

- Ε, τότε τι ήσουν

- Εντός, εκτός, και επί τα αυτά.

- Μεταξύ θεού και υποφαινόμενου, ποιον ψηφίζεις;

- Εμένα. (Δεν λέω εθνικόφρων, πατριώτης, αλλά δεν απάντησε «την πατρίδα» ή «τον ελληνικό λαό». Απάντησε σεμνά και ταπεινά, με μία λέξη, ως Λάκκων. Μάλλον για να αποφύγουμε τον λάκκον. Για το καλό μας το έκανε. Πρέπει να πάψω να είμαι αχάριστος.)

- Μπράβο, είσαι άπαιχτος, είσαι δικός μας, μεγάλε. (του είπε ο Γιαβόλ). Σε κούρασα, άντε πέρνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου