Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2017

«Σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει»

Τάσος Σιδερίδης


Πιάνει... αν αυτά τα μάρμαρα έχουν την ατυχία να γεννηθούν σε μια χώρα που διαφεντεύεται από αμόρφωτους πολιτικούς ταγούς που τα βλέπουν σαν μαρμαρόσκονη για να χτίσουν τις κιτς βίλες τους.

Εκείνη την άνοιξη του 75 περπατούσα στη Ρώμη και για πρώτη φορά στη ζωή μου κατάλαβα πως αισθάνεται κάποιος που μένει με «το στόμα ανοιχτό» Πως… και τι τον αναγκάζει μηχανικά, να κάνει αυτή την κίνηση. Είναι το δέος ανάμεικτο με το συναίσθημα του θαυμασμού στην τέχνη και την ιστορία αλλά και το σεβασμό απέναντι στην τεράστια πολιτιστική κληρονομιά και παρακαταθήκη των πατεράδων μας. Είναι επί το λαϊκότερο μια προίκα που δεν μπορεί να εξαντληθεί ποτέ, παρά μόνο αν καταστραφεί.

Στη Ρώμη αυτή την κληρονομιά όχι μόνο τη διατήρησαν αλλά και την αξιοποίησαν. Περπατάς σε μια πόλη που στην κυριολεξία είναι ένα τεράστιο μουσειακό έκθεμα.

Ας δούμε μερικά συγκριτικά στοιχεία για να το κατανοήσουμε καλύτερα.

Η Ρώμη σαν πόλη έχει 1.285 τετραγωνικά χιλιόμετρα έκταση και πληθυσμό 2.900.000 κατοίκους. (απογραφή 2014)

Αντίστοιχα η Αθήνα έχει 2.929 τετραγωνικά χιλιόμετρα υπερδιπλάσια έκταση και πληθυσμό 2.100.000 (απογραφή 2011)

Εδώ να διευκρινίσουμε ότι δεν μιλάμε για τον Δήμο Αθηναίων αλλά για την περιοχή Αθήνα.

Τώρα ας δούμε σε επίπεδο μουσειακών υπαίθριων εκθεμάτων τι έχει η Ρώμη και τι η Αθήνα.

Η ρώμη σε έκταση 1.285 τετραγωνικά χιλιόμετρα έχει 734 υπαίθρια μουσειακά εκθέματα και η Αθήνα σε έκταση 2.929 τετραγωνικών χιλιομέτρων μόλις 23 (ταξιδιωτικοί οδηγοί)

Χαρακτηριστικό είναι πως όποιον τουρίστα και να ρωτήσεις τι θα επισκεφτεί στην Αθήνα, θα σου πει την Ακρόπολη, στην καλύτερη των περιπτώσεων να αναφερθεί και στο Σούνιο που όμως δεν τοποθετείται χωροταξικά στην περιοχή των Αθηνών, σε αντίθεση με τη Ρώμη που θα αναφέρει τουλάχιστον είκοσι σημεία.

Γιατί συμβαίνει αυτό? Μήπως γιατί η Ρώμη είναι αρχαιότερη των Αθηνών? Μήπως η Ρώμη σαν αυτοκρατορία δημιούργησε περισσότερες κατασκευές? Μήπως... μήπως…?

Λοιπόν να κάνω μια διευκρίνιση μια και δεν είμαι αρχαιολόγος αλλά απλά σκεπτόμενος πολίτης που μπορεί να σκέπτεται και λάθος ή να έχει εκ των πραγμάτων ελλιπή γνώση.

Ας συμφωνήσουμε λοιπόν ότι η Αθήνα έζησε δυο καταστρεπτικές ιστορικές περιόδους για την αρχαιολογική της κληρονομιά που δεν έζησε η Ρώμη.

Η πρώτη είχε να κάνει με την συμπεριφορά του Χριστιανισμού και την καταστροφική μανία- πρωτίστως- του βυζαντινού αυτοκράτορα Θεοδόσιου και η δεύτερη με την τουρκοκρατία. Αμφότερες είναι δυο καλές δικαιολογίες για όσους θέλουν να εθελοτυφλούν.

Όμως είναι έτσι? Ας δεχτούμε επίσης για την οικονομία της συζήτησης ότι σε μεγάλο ποσοστό είναι έτσι… Από εκεί και μετά όμως?

Τι ικανές και αναγκαίες συνθήκες δημιουργήθηκαν για την επούλωση αυτών των τραυμάτων? Ιστορικά έχει αποδειχτεί πως απολύτως τίποτα.

Υπάρχει ένας προβληματισμός που μου έθεσαν ολλανδοί φίλοι σε μια συζήτηση που είχα μαζί τους πριν τρία χρόνια. Ο προβληματισμός τέθηκε όταν τους ανέφερα ότι ουδέποτε η Αθήνα βομβαρδίστηκε από τους Γερμανούς Ναζί και πως την σεβάστηκαν, με εξαίρεση αρκετές κλοπές αρχαιοτήτων που έγιναν. Πίστευαν πως η Αθήνα πρέπει να είχε υποστεί ανελέητους βομβαρδισμούς από τους χιτλερικούς, μιας και δεν έβλεπαν οικοδομήματα της αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής των αρχών του 19ου αιώνα.

Ήταν μια απορία που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου και με ανάγκασε με πόνο καρδιάς να αναφερθώ στην κακή νοοτροπία του νεοέλληνα αλλά και στην ελλιπή παιδεία που διατρέχει την ελληνική κοινωνία.

Με τη λήξη του δευτέρου παγκόσμιου πολέμου η Ελλάδα και οι Έλληνες έζησαν μια τρίτη καταστροφική περίοδο εξίσου σοβαρή με αυτή του Χριστιανισμού και της τουρκοκρατίας.

Επιλέχτηκε, υιοθετήθηκε και προωθήθηκε ο αμερικάνικος τρόπος ζωής και νοοτροπίας, κάτι που δεν συνέβη στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.

Αυτός ο τρόπος ζωής είχε να κάνει περισσότερο με την ύλη το χρήμα παρά με το πνεύμα και την καλλιέργεια της παιδείας. Σε αυτό συνετέλεσαν όλες οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις. Αν στην καταστροφή που προήλθε από τον Χριστιανισμό εκπρόσωπος ήταν ο Θεοδόσιος, στη νεότερη ιστορία της χώρας και εκφραστής του αμερικάνικου τρόπου ζωής ήταν ο τότε Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής. Ο Θεοδόσιος ονομάστηκε «Μέγας» και ο Καραμανλής «Εθνάρχης» για την ιστορική ειρωνεία και το παράδοξο.

Η έκρηξη αστυφιλίας που σκόπιμα καλλιεργήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 50 με την ευρεσιτεχνία του θεσμού της οικοδομικής αντιπαροχής (δεν υπάρχει ανάλογο φαινόμενο παγκόσμια) στις αρχές του 60 επέφεραν το τελειωτικό κτύπημα.


Η ανάγκη στέγασης πέραν του ενός εκατομμυρίου πολιτών μετακινούμενων από την επαρχία στο κέντρο κατά τη δεκαετία 55-65 δημιούργησε ανεξέλεγκτη οικοδομική δραστηριότητα. Αρχαιολογικά εδάφη καταπατήθηκαν και μπαζώθηκαν, ιστορικά κτήρια κατεδαφίστηκαν για να δώσουν τη θέση τους σε πολυκατοικίες και γενικά επικράτησε μια άναρχη δόμηση που απαξίωνε κάθε πολιτιστική και πολιτισμική αξία. Τα μάρμαρα χρησίμευαν μόνο εκεί που θα μπορούσαν να στηρίξουν θεμέλια.

Η κοινωνική θέση του Έλληνα ήταν συνάρτηση της πολυκατοικίας, του διαμερίσματος και της περιοχής που έμενε. Ιστορικές περιοχές των Αθηνών και αρχαιολογικοί χώροι καταπλακώθηκαν από τόνους τσιμέντου. Παγκράτι, Μετς, Αχαρνών, Πατησίων, Κεραμεικός, Ταύρος, Πετράλωνα, Ζωγράφου, Κουκάκι, Νέα Σμύρνη, Π. Φάληρο, Άλιμος, Μοσχάτο έπεσαν θύματα της άναρχης και ανεξέλεγκτης ανοικοδόμησης.

Το κέρδος της χώρας από την παρουσίαση στην ανθρωπότητα της αρχαιολογικής της κληρονομιάς, μετατράπηκε σε ιδιωτικό κέρδος μερικών από την προς ενοικίαση εμπορικών καταστημάτων στα ισόγεια των πολυκατοικιών.

Αν λοιπόν υπήρχε μια δικαιολογία για τις δύο προηγούμενες καταστροφές που αναφέραμε, τώρα ποια δικαιολογία μπορεί να επιχειρηματολογήσει και να ευσταθεί?

Απεναντίας η περίπτωση της επένδυσης στη περιοχή του ελληνικού αποδεικνύει πως το επαναλαμβανόμενο δεν είναι φάρσα αλλά τραγωδία. Μια τραγωδία που βρίσκεται στο DNA του Έλληνα και μεταφυσικά τον οδηγεί σε αυτοκαταστροφικά αποτελέσματα. Ο Πολωνός φιλόσοφος Ανταμ Σάφ στο έργο του Μαρξισμός-Υπαρξισμός θεωρεί πως ο καπιταλισμός και η παρέα του το κέρδος για να επικρατήσει έναντι της ανθρώπινης λογικής, πρέπει πρωτίστως να δημιουργήσει στον άνθρωπο ζητήματα υπαρξιακής και οικονομικής επιβίωσης για να τον αποπροσανατολίσει και να τον κερδίσει.

Αυτό ακριβώς που κάνουν σήμερα όλοι οι Έλληνες πολιτικοί στην περίπτωση του Ελληνικού. Συναρτούν την ευκαιριακά οικονομική απόδοση για την «καλυτέρευση του βιοτικού τους επιπέδου» με τον υπαρξιακό προβληματισμό «μήπως δεν κάνουμε κάτι σωστό» ή «μήπως αυτό πρέπει να κάνουμε και δεν το κάνουμε»

Με άλλα λόγια, του θέτουν ως πρώτη προτεραιότητα την εκπλήρωση του οικονομικού όρου «επένδυση» και ταυτόχρονα τα βραχυπρόθεσμα οικονομικά οφέλη, δηλαδή «ΑΡΠΑΧΤΗ» και όχι «αξιοποίηση» και εις το διηνεκές οικονομικά και πνευματικά οφέλη.

Του δείχνουν το τυράκι αλλά του αποκρύπτουν τη φάκα.

Η περίπτωση του Ελληνικού ως προς την αρχαιολογική του αξιοποίηση είναι εφάμιλλή αν όχι μεγαλύτερη της αξιοποίησης του Κεραμικού. Αυτός που απαξιώνει την περιοχή «Ελληνικό» και επιζητά την τσιμεντοποίησή του, κάνει το ίδιο με το να τσιμεντοποιήσει την Ιερά Οδό, την Πνύκα και τον Κεραμικό.

Η τσιμεντοποίηση του είναι έγκλημα καθοσιώσεως, καθότι έχει να κάνει με την καταστροφή της ίδιας της ιστορίας και της ταυτότητας που αποδεικνύει τα σπάργανα των Ελλήνων. Οι Αμερικάνοι λένε ότι… «υπάρχουν πράγματα που πουλιούνται και πράγματα που αγοράζονται εκτός από τα αρχαία που δεν αγοράζονται γιατί δεν πουλιούνται» Και αυτό το λένε οι Αμερικάνοι με μόλις 250 χρόνια ιστορία.

Αλήθεια θα μπορούσαν οι Ιταλοί να εμπορευματοποιήσουν την περιοχή γύρω από το «Κολοσέουμ» ή τις «Θέρμες Καρακάλα», οι Άγγλοι την περιοχή γύρω από το Στόουνχεντζ, οι Γάλλοι την περιοχή Κρό Μανιόν, οι Ισπανοί την Αλταμίρα ακόμα και οι Τούρκοι την Έφεσο που στο κάτω κάτω δεν είναι και δική τους κατασκευή.

Όμως οι Έλληνες πολιτικοί και τα φερέφωνά για τις καρέκλες τους και τα οφίτσια μπορούν να πουλήσουν τα πάντα.

Άκουγα χτες το βράδυ το «δημοσιογράφο» Λιάτσο και σήμερα το πρωί το «δημοσιογράφο» Παπαδάκη να επιχειρηματολογούν για το «Ελληνικό» πως δεν ισχύει το επιχείρημα περί αρχαιολογικού χώρου, επειδή δεν ήταν αρχαιολογικός χώρος αλλά προϋπήρχε το αεροδρόμιο. Δηλαδή επειδή έγινε ένα έγκλημα παλαιότερα και δεν τιμωρήθηκε το επαναλαμβανόμενο έγκλημα στο ίδιο θύμα εξιλεώνει το θύμα. Σα να λέμε ότι το 1780 υπήρχε ένα σπίτι που γκρεμίστηκε και που κάποιοι θέλουν να το κτίσουν εκ νέου το 2017 στο ίδιο σημείο, ανεξάρτητα αν τώρα θα είναι στη μέση του δρόμου. Μιλάμε για τέτοια λογική.

ΟΧΙ αυτά τα μάρμαρα δεν πιάνουν σκουριά, μπορούμε όμως να τα καταστρέφουμε.

Πηγή: Tasos Sideridis



Η Σφήκα: Επιλογές




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου