Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2017

Συλλογικές ή ατομικές;;;

Ευαγγελία Τυμπλαλέξη


Οι διαφορές ανάμεσα στον Ιδιωτικό και στον Δημόσιο Τομέα συντηρούνταν ανέκαθεν για ευνόητους λόγους. Πυροδοτείται το αίσθημα της αδικίας στους εργαζομένους του Ιδιωτικού, οι οποίοι αδιαμφισβήτητα συνιστούν τη θεμέλιο λίθο του οικονομικού οικοδομήματος μίας χώρας, και το αίσθημα της υπεροχής στους εργαζομένους του Δημοσίου, οι οποίοι προσφέρουν υπηρεσίες μεν αλλά οι οποίες δεν συνάδουν με την κρατικοδίαιτη εκδήλωσή τους. Κατά συνέπεια επιτυγχάνεται ο κατακερματισμός του κοινωνικού ιστού, αφού κάποιες μερίδες εμφανίζονται ευνοημένες με σιγουριά διασφαλισμένη, ενώ κάποια στρώματα αντιμετωπίζουν μερική ή ολική έλλειψη προνομίων.

Ψάρεμα εκεί που δεν υπάρχει ψάρι…


Η ιδέα της πόλωσης των δύο Τομέων, διαμετρικά κι εκ βαθέων αντίθετοι, κρίνεται, θα τολμήσω να πω, ευφυής. Η Κολόνια κρατάει χρόνια κι ας ιχνηλατήσουμε εν τάχει τη διαδρομή της, η οποία εκκινεί με τη συγκρότηση του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους, η οποία συγκρότηση εδραζόταν σε δύο βασικούς πυλώνες: την ενοποίηση της επικράτειας δια μέσω της εξασθένησης των γεωγραφικών φραγμών - οικονομικών συσχετισμών - κοινωνικών δεσμών και την ιδεολογική ομογενοποίηση δια μέσω των νέων μέσων επικοινωνίας. Οι Βαυαροί λοιπόν είναι οι πρωτουργοί οργάνωσης των δημοσίων υπηρεσιών, στόχος των οποίων ήταν - είναι και θα είναι ο διοικητικός συγκεντρωτισμός και η δημοτική φορολόγηση, συνδυασμός που με τη σειρά του απολήγει σε ομογενοποίηση του πληθυσμού δια μέσω των Συστημάτων Υγείας - Παιδείας πρωτίστως και ενισχυμένη κατ’ επέκταση αποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού. Διακαής πόθος του Κράτους είναι η διεύρυνση των πεδίων παρέμβασης, όταν αντιλαμβάνεται τις οργανώσεις των εργατών ως απειλή, κάτι το οποίο επιτυγχάνεται με τη διαθεσιμότητα ανθρώπινου δυναμικού, το οποίο να λειτουργεί σαν ενεργούμενο του εν λόγω μηχανισμού. Το συγκρουσιακό στοιχείο στη μισθωτή εργασία ανέκαθεν τρομοκρατούσε τη Δημόσια Αρχή, η οποία όφειλε να αντιδιαστείλει με σύμπηξη μονιμότερων ιδεολογικών προσεγγίσεων, και αυτό διασφαλίστηκε με την υπαγωγή της εργασίας στην κρατική επίβλεψη. Ο Δημόσιος Πυρήνας συνιστά τη ρύθμιση των εργατικών διαφορών δια μέσω κρατικής - κοινωνικής νομοθεσίας και την πρόσδεση οικειοθελών επιτηρητών της κοινωνικής αναδιάρθρωσης στο άρμα του κρατικού ελέγχου.

Για να εξομαλύνει τις ολιγαρχικές διαφορές ο κρατικός μηχανισμός δημιουργεί συνενόχους ανατροφοδοτώντας τους κόλπους ελέγχου και διεκπεραίωσης της γραφειοκρατίας δανειζόμενος ελατήρια απ’ τις ασθενέστερες τάξεις, ώστε τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα να ενστερνιστούν πολιτική συμπεριφορά ευεπίφορη προς ενοποίηση και κατ’ εφαπτομένη συστημική αλλά επιλεγμένη αφομοίωση των πληθυσμών, και λέω επιλεγμένη, διότι οι Αρχές αντιμετώπισαν τις κοινωνικές κατηγορίες σαν συμπαγή εδάφη, τα οποία κατέτμησαν για να κάνουν οικόπεδα, αφού είχαν και συνεχίζουν να έχουν πρόσβαση μεμονωμένες ομάδες, που αποσχίζονται και καταλήγουν να δημιουργούν το πελατειακό κράτος. Οι νέοι θεσμοί κοινωνικοποίησης είναι αυτοί που θα ευρωστήνουν την αστική νοοτροπία.

Ωσαύτως αν ο εργαζόμενος στον Ιδιωτικό Τομέα συνιστά ένα υποχείριο του καπιταλιστικού σκλαβοπάζαρου, ο εργαζόμενος στον Δημόσιο Τομέα αποτελεί αδιαμφισβήτητα τη ραχοκοκαλιά της υδροκέφαλης γραφειοκρατίας.

Περί Συμβάσεων ο Λόγος λοιπόν…


Τι σημαίνει να συνάπτει ο εργαζόμενος στον Ιδιωτικό Τομέα σύμβαση εργασίας εν έτη 2017 και μετά από σειρά μνημονίων στη Βουλή ως κατατεθειμένα τεκμήρια! Μάλιστα τεκμήρια, καλά ακούσατε. Τεκμήρια ιστορικά, τα οποία θα μελετούν μετά από τουλάχιστον πενήντα χρόνια οι Ιστορικοί κι ανάλογα με την Ηθική του καθενός θα υφίστανται τα αρχεία αναγωγή, άλλοτε δυσμενή κι άλλοτε ευκταία.

Στις μέρες μας ωστόσο δεν μιλούμε για μερική έλλειψη προνομίων αλλά για ολοσχερή περιστολή, η οποία αναφύεται μέσα απ’ τα κείμενα ατομικών συμβάσεων, τα οποία υποχρεούνται να υπογράψουν τα άτομα στον Ιδιωτικό Τομέα. Αν και δεν συμφωνούν με τους όρους εργασίας, αναγκάζονται να υποκύψουν ένεκα της οικονομικής τους εξαθλίωσης σε επαχθή εδάφια.

Κατ’ αρχάς δεν πρόκειται για διμερής συμβάσεις με την ετυμολογική ερμηνεία του όρου, αφού ένα ολόκληρο κείμενο αφορά σε «Υποχρεώσεις» του εργαζομένου και μόνο. Συνήθως υπογράφεται απασχόληση για ένα μήνα, η οποία ανανεώνεται με περίεργο τρόπο, αφού το κείμενο της συμβάσεως φτάνει στα χέρια του ενδιαφερομένου αργά, ίσως τρεις ή τέσσερις μέρες πριν τη λήξη. Η πρόσληψη αναφέρεται ως «πρόσκαιρη αιτία» και με η λύση της τονίζεται ως «αυτόματη κι αυτοδίκαιη χωρίς προειδοποίηση ή αποζημίωση του μισθωτού, ο οποίος οφείλει να αποχωρήσει απ’ την εργασία». Το οξύμωρο του σχήματος σ’ αυτό το σημείο εδράζεται στο γεγονός πως ο εργαζόμενος συνεχίζει να παρίσταται στο εργασιακό περιβάλλον χωρίς ειδική έγγραφη εντολή της Εταιρείας, η οποία στέλνει το νέο ανανεωτήριο πάλι δύο-τρεις ημέρες πριν τη νέα λήξη. Ένας φαύλος κύκλος δηλαδή, στον οποίο κλωθογυρίζει ο εργαζόμενος για ένα ξεροκόμματο, αφού ως βασικός μισθός έχει παγιωθεί το ποσό των 370€ μικτά!!!

Δεν καθίσταται καμία διασαφήνιση των καθηκόντων. Ο μισθωτός είναι υποχρεωμένος να «ασκεί τα ανάλογα προς τη θέση που τοποθετείται καθήκοντα, όπως και εκείνα που θα του ανατίθενται από καιρού εις καιρόν απ’ την Εταιρεία και θα συμμορφώνεται προς τις εντολές και τις οδηγίες της».

Όταν πρόκειται για Εταιρεία με συγκεκριμένη έδρα και επιπρόσθετα παραρτήματα υπάρχει ειδικό εδάφιο, στο οποίο δρομολογείται δέσμευση του μισθωτού προς συμφωνία «σε περίπτωση εκτάκτων και απρόβλεπτων υπηρεσιακών-επιχειρηματικών αναγκών, να παρέχει τις υπηρεσίες του σε κάθε άλλο τμήμα-θέση-ειδικότητα κατά την κρίση της Εταιρείας».

Εδώ ενέχονται δύο πολλοί σημαντικές παγίδες:

Η μετάταξη σε άλλο παράρτημα δεν συνοδεύεται από καμία επιπρόσθετη παροχή, η οποία να καλύπτει τα έξοδα διαβίωσης, με αποτέλεσμα η τακτική αυτή να τρέπει σε παραίτηση τον εργαζόμενο λόγω αδυναμίας να ανταποκριθεί στη αναφυομένη δυσπραγία. Συγκεκριμένα αναφέρεται «τυχόν μεταβολή του τόπου παροχής εργασίας, δεν θεωρείται ως βλαπτική μεταβολή των όρων σύμβασης». Ο όρος ειδικότητα καθίσταται ανακριβής, εφόσον προσλαμβάνεται ο υπάλληλος ως ανειδίκευτος αλλά αντιμετωπίζει απαιτήσεις κατηρτισμένου.

Αιτίες καταγγελίας αναγράφονται πολλές. Θα επιμείνω ωστόσο στην πλέον σοβαρή ρήτρα, η οποία ευθαρσώς αναφέρει πως «Η Εταιρεία δικαιούται να καταγγείλει πρόωρα και οποτεδήποτε τη σύμβαση με μόνη προϋπόθεση την εφαρμογή εκ μέρους της ισχύουσας νομοθεσίας ως προς την αποζημίωση απόλυσης για τος συμβάσεις αορίστου χρόνου». Κι εδώ λοιπόν ήρθαν οι «Γερμανοτσολιάδες Πολιτικοί», οποίοι με την ψήφιση των μνημονίων κατάφεραν να απαλείψουν τη δικλείδα ασφαλείας στην εν λόγω παράγραφο, αφού δεν υπάρχουν πλέον συμβάσεις αορίστου χρόνου αφ’ ενός και η θέσπιση περί μη καταβολής αποζημιώσεων είναι αφ’ ετέρου γεγονός.

Άλλο ενδιαφέρον εδάφιο διατείνεται πως «Ο μισθωτός αναγνωρίζει ανεπιφύλακτα ότι εκτός απ’ την αμοιβή του, κάθε άλλη παροχή σε είδος-σε χρήμα, ακόμη κι αυτή επαναλαμβάνεται τακτικά και μακροχρόνια, είναι οικειοθελής και η Εταιρεία μπορεί να την τροποποιεί - να την μεταβάλλει - να την ανακαλεί μονομερώς». Η λέξη κλειδί σαφώς είναι το μονομερώς, οπότε και εύλογα θα πρέπει να αναρωτηθούμε για ποιον ακριβώς λόγο ζητείται η υπογραφή του εργαζομένου ως έτερος συμβαλλόμενος!!!

Διάφορες άλλες «Αρχές Γνωστοποίησης - Μη ασκήσεως δικαιωμάτων - Υποχρέωσης Πίστεως-Παροχής στοιχείων» καθιστούν τον μισθωτό ένα άθυρμα πλήρως ελεγχόμενο στα χέρια μιας Δυναμικής συγκεντροποίησης υπό την αιγίδα των φορέων του Κράτους-Γιγάντιων συστημάτων ασφαλείας, τα οποία συγχωνεύουν τις συνιστώσες σε μία κοινή συνισταμένη, αυτή της απρόσκοπτης άσκησης της Εξουσίας. Αν στην πορεία της ιστορίας όλες οι κομματικές οργανώσεις χειρίστηκαν τα πλήθη δια μέσω της συλλογής πληροφοριών, στις μέρες μας είναι εμφανής η γενικευμένη επιτήρηση τόσο σε επίπεδο διαδικτυακό όσο και σε εργασιακό σε αντιδιαστολή με τη διατήρηση των συνταγματικών ελευθεριών, κάτι το οποίο δεν μπορεί να συνιστά παρά νέες μορφές εγκληματικότητας και τρομοκρατίας.

Τα χωνευτήρια του Ιδιωτικού Τομέα…



Δόκιμο σ’ αυτό το σημείο να παραπέμψω σε εδάφιο παλαιότερου άρθρου μου, Σκυλί, που γαυγίζει, δεν δαγκώνει… , το οποίο διασαφηνίζει το εργασιακό κλίμα στις καπιταλιστικές κοιτίδες του 21ου αιώνα:

Η εργασία διολισθαίνει όταν η παραγωγή ανατίθεται στη βάση όχι σαν βιοποριστικό έργο αλλά σαν επίτευξη δομημένων στόχων.

Με την «μετανάστευση» της εργασίας, αφού οι μετεγκαταστάσεις σε χώρες με χαμηλό κόστος παραγωγής προωθούνται ανελλιπώς τα τελευταία χρόνια, η κερδοφορία εκτοξεύεται σε δυσθεώρητα ύψη. Εργολήπτες - υπέρεργολάβοι - εργολάβοι συνιστούν τους διαμεσολαβητές ιδιοκτησίας αλλά κι επαχθών λογιστικών υπολογισμών. Οι βιομηχανικές - εταιρικές ζώνες στον τρίτο Κόσμο αποτελούν οικονομικές περιοχές απαλλαγμένες από φόρους. Η τακτική συναντάται στο παρελθόν στις προ-ρωμαϊκές πόλεις-κράτη, οι οποίες ανακήρυσσαν τα λιμάνια τους «ελεύθερα», ώστε να διαφεύγουν ελέγχων. Στους αφορολόγητους θύλακες στις μέρες μας συμπεριλαμβάνονται: το κλειστό κύκλωμα αφορολογήτων ειδών σε αερολιμένες, περιοχές ελεύθερων τραπεζικών συναλλαγών, τελωνειακές αποθήκες υπό άρση αδασμολογήτου. Η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας υπολογίζει πως σε ολόκληρο τον πλανήτη υπάρχουν 850 - 1000 ανάλογες ζώνες, στα κάτεργα των οποίων απασχολούνται 27 εκατομμύρια εργάτες. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου συμπληρώνει πως απ’ τη δράση στις εν λόγω ζώνες διαπιστώνεται ροή εμπορικής αξίας της τάξης 250 δις δολαρίων. Οι συνθήκες εργασίας αντικατοπτρίζουν πλαίσιο σκλαβιάς: 14 ώρες στη Σρι Λάνκα - 16 ώρες στην Κίνα - 12 σε Ινδονησία και Φιλιππίνες, με τη συντριπτική πλειονότητα των εργατών να αφορά σε γυναίκες.

Στην ουσία πρόκειται για στρατιωτικού χαρακτήρα συγκεντρώσεις εργαζομένων, αφού οι αμοιβές είναι χαμηλότερες από κάθε επίπεδο διαβίωσης - η εργασία αμιγώς ιεραρχημένη - η επιτήρηση με προσβλητική συμπεριφορά, μοντέλο το οποίο εξαπλώνεται σιγά-σιγά και στην ελληνική επικράτεια, μετά την υπαγωγή της στη «Βαλκανιοποίηση των Μεσογειακών Χωρών». Ο εργαζόμενος αντιμετωπίζεται σαν φοιτητής, κι ας μην θεωρηθεί υποτιμητικό, που αναζητά απλώς το χαρτζιλίκι του κι όχι σαν ενήλικας με υποχρεώσεις. Η χλαίνη προσωρινότητας, αφού οι συμβάσεις υπογράφονται διμερώς αλλά ακυρώνονται μονομερώς, ενέχει αγχωτική ανασφάλεια και διαιώνιση της αστάθειας. Η πληρωμή με κουπόνια υποκρύπτει συνάψεις μεταξύ συγκεκριμένων εταιρικών συμφερόντων, διαδικασία η οποία αφ’ ενός ελέγχει πλήρως την καταναλωτική δράση του απλού πολίτη κι αφ’ ετέρου στραγγαλίζει τους μικρο-επιχειρηματίες. «Ελεύθερος και ανόθευτος είναι ο ανταγωνισμός, όταν όλοι οι συμμετέχοντες στην οικονομική ζωή υπάγονται κατ’ αρχήν στους ίδιους κανόνες. Ο ανταγωνισμός αυτός θα θιγόταν, αν χορηγούνταν στους φορείς του ιδιαίτερα προνόμια ή αποκλειστικά δικαιώματα ή δημιουργούνταν - διατηρούνταν (de facto ανοχή) μονοπώλια.» αναφέρουν σε πτυχιακή τους εργασία οι κύριοι: Αλεξοπούλου Ευτυχία - Μαρία, Ευσταθίου Αναστάσιος. Δια μέσω μίας ανάλογης ωστόσο πρακτικής υπονομεύεται ο ανταγωνισμός εις βάρος πάντα των μικροπωλητών, μετατρέποντας την εμπορική διαδικασία αν όχι σε μονοπωλιακή σίγουρα σε ολιγοπωλιακή.

«Οι άνθρωποι τείνουν να γίνονται αντικείμενα μισθολογικών παζαριών» διατείνεται η Naomi Klein στο βιβλίο της «No Logo». Οι θέσεις προσωρινής εργασίας αυξάνονται βυθίζοντας σε απελπιστική εξαθλίωση τεράστιες πληθυσμιακές ομάδες, οι οποίες δυσφορούν στη διελκυστίνδα αφ’ ενός του φόβου περί μετεγκατάστασης του εργοστασίου εργοδοσίας κι αφ’ ετέρου του άγχους αναδιαρθρώσεως των πλάνων αναδόμησης ιεραρχίας στο εσωτερικό της επιχείρησης. Στον αντίποδα σύμφωνα με την Αμερικανική Εργατική Οργάνωση AFL-CIO «τα εκτελεστικά στελέχη 30 Εταιρειών, που πραγματοποίησαν τις μαζικότερες απολύσεις, είδαν μισθούς-μπόνους-αποζημιώσεις ν’ αυξάνονται κατά 67, 3%». Η Klein αναφέρει πως «ο Φίσερ της Eastman Kodak, ο οποίος περιέκοψε 20.100 θέσεις εργασίας, έλαβε την ίδια χρονιά το δικαίωμα προαίρεσης αγοράς μετοχών της εταιρείας του αξίας περίπου 20 εκατομμυρίων δολαρίων». Τα bonus τελευταία έχουν μετακυλιστεί στη βάση της πυραμίδας εργαζομένων, με αποτέλεσμα να καλλιεργείται ο κακός ανταγωνισμός ανάμεσα στους εργαζομένους, οι οποίοι παλεύουν να αυξήσουν την επίδοσή τους με γνώμονα λίγα ψωροευρώ, τα οποία ωστόσο είναι απαραίτητα για τη επιβίωσή τους. Περιττό να εστιάσουμε στο γεγονός του κατακερματισμού του συνδικαλιστικού-εργατικού ιστού, αφού οι μεμονωμένες αντιδράσεις οδηγούν σε στιγματισμό - απόλυση του κριτικά οξύνους - θαρραλέου εργαζομένου.

Όσο πιο αδύναμη μία Κυβέρνηση, τόσο πιο δυνατή η Γραφειοκρατία…


Διατείνεται ο GustaveLeBon Γάλλος ανθρωπολόγος. Ο εργαζόμενος απογοητευμένος απ’ την αποκλίνουσα συμπεριφορά των συνδικάτων, όπως αυτά εμφανίστηκαν με καταχρηστικό ρόλο στη χώρα εδώ και δεκαετίες, απομονώνεται στον ατομισμό του. Συνακόλουθα και να θέλει κάποιος να αντιδράσει θα γίνει το εξιλαστήριο θύμα, αφού οι μάζες γενικότερα φοβούνται να συσπειρωθούν, ώστε να αξιώσουν αξιοπρεπείς αμοιβές. Με τον δείκτη της ανεργίας να εκτινάσσεται πάνω απ’ το 40%, και την εξαθλίωση να ροκανίζει την καθημερινότητα, οι προοπτικές χάνονται στο βάθος ενός ασαφούς ορίζοντα, τη στιγμή που η κατανάλωση ψυχοφαρμάκων σημειώνει ακατάσχετη άνοδο, ως αντίδοτο στη μιζέρια. Πρόκειται βέβαια για πρόβλημα, το οποίο χρήζει κοινωνικής αντιμετώπισης κι όχι ημίμετρο κατάπλασμα.


Εν κατακλείδι θα παραθέσω ένα ακόμη εδάφιο από παλαιότερο άρθρο μου, Πιστεύω εις εν δίκρανον… Εκ των καυδιανών!, στο οποίο αποτυπώνεται η γκρίζα πραγματικότητα της «Ανάπτυξης του 2017», της οποίας κριτήρια προόδου συνιστούν πλασματικοί δείκτες όπως λόγου χάρη του ΑΕΠ=ακαθάριστο εθνικό προϊόν, για να δικαιολογηθεί σε τελική ανάλυση η κατάπτωση της πραγματικής ζωής του ανθρώπου.

Ο Μίλτον Φρίντμαν, δέκα χρόνια μετά τον θάνατό του συνεχίζει να είναι παρών, με τις σαρδόνιες εκφάνσεις της θεωρίας του να μετεωρίζονται ομιχλωδώς πάνω απ’ τον πλανήτη, αφού από καταστροφές και άτακτη εξαθλίωση επάγεται πάντα αναδιοργάνωση και κατά το δοκούν επανίδρυση του κόσμου. Προθέσεις μεταμφιεσμένες σε δεινούς χαμαιλέοντες υπόσχονται αναντίστοιχα με τις πράξεις τους ιδεολογήματα εγκλείοντας το ένα και αυτό τρίπτυχο: Περιστολή κοινωνικών δαπανών-ασυδοσία για εταιρίες-επιβεβλημένη καταστολή. Και όλα σαφώς στο όνομα της Ελευθερίας του ατόμου. Χωρίς ποτέ να διασαφηνίζεται απ’ τους εμπειρογνώμονες για ποιο απ’ τα δύο προσφερόμενα του Ντεκάρτ είδη ελευθερίας ομιλούμε. Την Ελευθερία της Αδιαφορίας, στην οποία εμπεριέχεται η απλή δυνατότητα επιλογής μεταξύ συγκεκριμένων εναλλακτικών συνιστωσών ή την Ελευθερία της Αυθορμησίας, η οποία εμπερικλείει τη δυνατότητα αδιάβλητης εναρμόνισης με την επιθυμία; Καμία διαχωριστική γραμμή δεν αντιπαραθέτει τον Σοσιαλισμό απ’ τον Καπιταλισμό, εφόσον τα θέματα δομής και διαχείρισης εξουσίας υπόκεινται στο ίδιο κανονιστικό πλαίσιο και δεν αφορούν παρά σε αισχρά πανομοιότυπα αναμασήματα.

Οι ανθρωπομάζες συγκροτούν ένα ισχυρό λευκό χαρτί, σε χέρια λαοφιλών Μαγίστρων, οι οποίοι με πλέρια επιδεξιότητα το καταστίζουν αναδημιουργώντας επωφελείς κι επινοημένες σημασίες. Σαν να υποβάλλονται σε «πιεστικές ανακρίσεις» αόρατων υπηρεσιών συλλογής-επεξεργασίας-ανάλυσης πληροφοριών, ώστε να επέλθει διαρραγή της ικανότητάς τους αποσαφήνισης των δεδομένων. Εν αρχή ην η απομόνωση του ατόμου μέσω της καταρράκωσης του συναισθηματισμού του κι αντικατάστασης των αισθημάτων απ’ τον απεχθή όρο «φυσικές ανάγκες», οι οποίες ικανοποιούνται έναντι οιουδήποτε αντιτίμου και με οποιοδήποτε πρόσωπο, αφού η ατομική ευρωστία επιτάσσει χαλύβδινο εγωκεντρισμό. Συνακολούθως τα έθνη παραπαίουν σε διελκυστίνδα διττής αντίθεσης: αφ’ ενός ο ιστορικός αποπροσανατολισμός και η γλωσσική λησμοσύνη να οδηγούν σε ψυχολογικές παλινδρομήσεις επανακαθορισμού τους. Αφ’ ετέρου η ξενοφοβία να παραλύει τις αντιστάσεις. Με στραμμένο το βλέμμα καθ’ όλα προς έναν ορίζοντα προαποικιακού χαρακτήρα, ο άνθρωπος νοσταλγεί την κοινωνική-πολιτισμική ποικιλομορφία την ίδια στιγμή που την υποπτεύεται. Συμπεριφορά η οποία αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο σύστασης της «άγραφης σελίδας» του Μίλτον Φρίντμαν και πρόταξης της καρατόμησης πάσας ενσυναίσθησης.

Η κοινωνία προόδου είναι τόσο δίπλα μας θεωρητικά, όσο και απομακρυσμένη δυνητικά. Και θα έπρεπε να ταλανιζόμαστε απ’ το εξής ερώτημα: Σκοπεύουμε την αυτονομία μας, και αν ναι για ποιους λόγους η αυτονομία αυτή ανήκει ή δεν ανήκει στην εποχή μας;



Ευαγγελία Τυμπλαλέξη: Σχετικά με τον συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου