Σάββατο 5 Ιουλίου 2014

Ασφυκτική… ευελιξία με «μεταρρυθμόμετρο»

Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου


Ο Γιούνκερ πέρασε, ο Κάμερον μειοψήφησε εγγράφοντας υποθήκες και οι 28 της Ε.Ε.  κοροϊδεύουν τους λαούς τους με ταχυδακτυλουργίες «χαλάρωσης» του Συμφώνου αιώνιας λιτότητας

Ο Βρετανός πρωθυπουργός, αν και απομονωμένος σχεδόν ολοκληρωτικά, με μόνο σύμμαχο τον Ούγγρο ομόλογό του, έκλεψε την παράσταση στη χθεσινή Σύνοδο Κορυφής των 28 της Ε.Ε. Η «αντίστασή» του στην υποψηφιότητα του Γιούνκερ για τη θέση της προεδρίας της Κομισιόν μονοπώλησε το ενδιαφέρον των διεθνών ΜΜΕ και έσπασε την παράδοση της ομοφωνίας στην εκλογή των κορυφαίων θέσεων της Ε.Ε. Τα παχιά λόγια του Κάμερον («υπάρχουν στιγμές που είναι σημαντικό να παραμένεις προσκολλημένος, ακόμη κι αν όλα τα δεδομένα είναι εναντίον σου») απευθύνονταν στην πραγματικότητα στο βρετανικό ακροατήριο, όπου ο «ευρωσκεπτικισμός» ηγεμονεύει και η κολακεία του καθίσταται όρος επιβίωσης για τη συντηρητική κυβέρνηση.

«Γιάλτα» Κάμερον


Οι κραυγές «αντίστασης» του Κάμερον, βεβαίως, αποκρύπτουν την ουσία της αντιπαράθεσής του στην υποψηφιότητα Γιούνκερ: πρώτον, παζαρεύει κάποια από τις άλλες κορυφαίες θέσεις της Ε.Ε., τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και τη θέση του επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας (τους διαδόχους Ρομπάι και Άστον), οι οποίοι θα κριθούν σε επόμενη σύνοδο, στις 17 Ιουλίου. Δεύτερον, επιδιώκει μια μεγάλη «μεταρρύθμιση» των κορυφαίων οργάνων της Ε.Ε., κυρίως της Κομισιόν, που θα περιορίζει της εξουσίες του προέδρου της και θα τις «μοιράζει» σε αντιπροέδρους-υπερ-επιτρόπους. Στόχος αυτής της αλλαγής είναι αφενός να δημιουργήσει μια διαφορετική ισορροπία ανάμεσα στην ενιαία ευρωπαϊκή διακυβέρνηση και τις εθνικές κυβερνήσεις και αφετέρου να μετριάσει το μονοπώλιο του Βερολίνου και των συμμάχων του στον έλεγχο του ευρωπαϊκού ιερατείου. Ουσιαστικά, ο Κάμερον θέλει μια «Γιάλτα» μεταξύ των 3-4 μεγάλων της Ε.Ε., με τη Βρετανία, φυσικά, ανάμεσά τους

Ο Κάμερον «έχασε», αλλά ενέγραψε υποθήκη για το εγγύς μέλλον. «Η Ε.Ε. προχωρά μέσα από συμβιβασμούς, η Βρετανία είναι απαραίτητη, ίσως πρέπει να πάμε κι εμείς λίγο προς το μέρος της», δήλωσε η Μέρκελ, θέτοντας υπό εξέταση τη βρετανική ιδέα για μια θεσμική αναδιάρθρωση της Ε.Ε., η οποία, σε τελική ανάλυση, θα απαλλάξει τους αληθινούς ηγεμόνες της Ένωσης από την υποχρέωση να μοιράζονται τις αληθινές εξουσίες της Ένωσης με διάφορους εξωτικούς τύπους από τον Νότο ή την Ανατολή…

Ο «μωσαϊκός νόμος»


Ωστόσο, το «ζουμί» αυτού του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δεν ήταν η προδιαγεγραμμένη «ήττα» Κάμερον. Δεξιοί Χριστιανοδημοκράτες, «κεντροαριστεροί» Σοσιαλδημοκράτες και Φιλελεύθεροι έτσι κι αλλιώς έγραψαν στην άμμο το περίφημο μήνυμα των ευρωεκλογών και τα έχουν βρει στη μοιρασιά των οφιτσίων της ευρωπαϊκής εξουσίας. Όλοι μαζί θα επικυρώσουν την εκλογή Γιούνκερ στην προεδρία της Κομισιόν, όλοι μαζί θα ψηφίσουν τον Σουλτς ως πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου, όλοι μαζί θα επικυρώσουν την τοποθέτηση των προσώπων που θα διαλέξει η Μέρκελ για την προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και τον επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας (ακούγεται δειλά ανάμεσα στις υποψηφιότητας και το όνομα «Ντόρα Μπακογιάννη»). Η μοιρασιά των οφιτσίων είναι εύκολη δουλειά.

Το κάπως δυσκολότερο ήταν η διατύπωση που θα επέλεγαν οι 28 της Ε.Ε. για να εμφανίσουν ότι κάτι αλλάζει στην πολιτική της Ε.Ε. χωρίς να αλλάξει απολύτως τίποτε. Ο λόγος για την περίφημη ευελιξία στην εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας, του «μωσαϊκού νόμου» της λιτότητας. Οι σκέψεις για αλλαγή των ίδιων των «χρυσών» κανόνων (έλλειμμα 3%, χρέος 60%) δεν εξετάστηκαν καν. Γαλλία και Ιταλία, που είχαν την πρωτοβουλία των κινήσεων και τα κίνητρα (ο Ολάντ την εκλογική συντριβή, ο Ρέντσι το δεύτερο υψηλότερο χρέος στην Ε.Ε. μετά την Ελλάδα, 135% του ΑΕΠ), περιορίστηκαν στον χρησμό Μέρκελ: «πλήρης αξιοποίηση της ευελιξίας που δίνει το ίδιο το Σύμφωνο Σταθερότητας και το Δημοσιονομικό Σύμφωνο», που έχει τεθεί παράλληλα σε ισχύ.

Οι εξαιρέσεις


Τι ακριβώς σημαίνει η ευελιξία αυτή; Στην πράξη σημαίνει εξαιρέσεις, «στραβά μάτια» από την Κομισιόν και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για όποια χώρα απαιτεί η «ειδική πλειοψηφία». Τι σημαίνει αυτό, μπορεί να γίνει κατανοητό αν θυμηθούμε τι συνέβη το 2003 με τη Γαλλία και τη Γερμανία, τις πρώτες χώρες που παραβίασαν το Σύμφωνο Σταθερότητας που είχαν επιβάλλει και εντάχθηκαν στη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Η «ειδική πλειοψηφία» που προέβλεπε η «ευελιξία» του αρχικού Συμφώνου δεν επέτρεψε να επιβληθούν ποτέ κυρώσεις στις δυο χώρες. Κι ήρθε, δυο χρόνια αργότερα, το 2005, η πρώτη αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας να θεσμοθετήσει τον «τσαμπουκά» των ισχυρών της Ε.Ε., με γενικόλογες αναφορές σε «εξαιρετικές περιστάσεις», «έκτακτη και παρατεταμένη ύφεση», «κινδύνους βιωσιμότητας», καθώς και στο συγκυριακό ελαφρυντικό του κόστους της ευρωπαϊκής ενοποίησης, που φωτογράφιζε τις αποκλειστικές ανάγκες της γερμανικής ενοποίησης.

Αυτή τη φορά, τα κριτήρια ευελιξίας εμπλουτίζονται με τον «μεταρρυθμιστικό» ζήλο που επιδεικνύει μια κυβέρνηση, ο οποίος θα επιβραβεύεται με τη δυνατότητά της για αυξημένες επενδυτικές δαπάνες (πιθανότητα με την απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων χωρίς την υποχρέωση της εθνικής συγχρηματοδότησης). Η Μέρκελ, για μια ακόμη φορά, ήταν αποκαλυπτική για το ποιοι και πώς θα ευεργετηθούν με «ευελιξία»: «Το Σύμφωνο δεν μπορεί να αλλάξει, αλλά μπορεί να ερμηνευθεί χώρα προς χώρα… Πουθενά δεν είναι γραμμένο ότι μια πιο ενωμένη Ε.Ε. πρέπει να δρα με τον ίδιο ρυθμό. Μπορούν να υπάρχουν διαφορετικές ταχύτητες».

Η περίφημη ευελιξία, λοιπόν, σημαίνει απλώς μια αλά καρτ εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας, ανάλογα με την ισχύ, το συστημικό βάρος της χώρας και τους ειδικούς συσχετισμούς που διαμορφώνονται υπέρ της στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Είναι προφανές ότι αυτή η ευελιξία μπορεί να λειτουργήσει άμεσα υπέρ του Ρέντσι και του Ολάντ, αλλά ούτε λόγος για την Ελλάδα και τις άλλες επιτηρούμενες χώρες. Ουδείς διανοήθηκε να αξιοποιήσει τις δυνατότητες ευελιξίας του Συμφώνου Σταθερότητας κατά τα τέσσερα χρόνια μνημονιακής ισοπέδωσης της ελληνικής κοινωνίας, και ο ίδιος ο Σαμαράς δεν ψέλλισε κουβέντα στη χθεσινή σύνοδο κορυφής για το ενδεχόμενο και μιας ελληνικής «εξαίρεσης». Άλλωστε, η Ελλάδα έχει αποτελέσει το πεδίο πειραματισμού για την εφαρμογή μιας αντίστροφης «ευελιξίας», αυτής που περιγράφει το πανευρωπαϊκό «μνημόνιο», το Δημοσιονομικό Σύμφωνο.

Το πανευρωπαϊκό μνημόνιο


Το Δημοσιονομικό Σύμφωνο είναι καρπός της κρίσης χρέους, ψηφίστηκε τον Μάρτιο του 2012 από 26 χώρες και τίθεται σε ισχύ φέτος. Η συγκυβέρνηση, μάλιστα, φέρνει προς ψήφιση τώρα το σχετικό νομοσχέδιο κύρωσής του. Το Σύμφωνο αυτό επιδεινώνει τους κατά Μάαστριχτ όρους, επιβάλλει ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, διαιωνίζει την εποπτεία της Κομισιόν πέρα από την τρόικα, επιβάλλει «αυτόματους» διορθωτικούς μηχανισμούς, με τη μορφή «ανεξάρτητων» εθνικών Δημοσιονομικών Συμβουλίων που λογοδοτούν μόνο στην Κομισιόν, δεσμεύει κάθε χώρα για το σύνολο της οικονομικής της πολιτικής, με υποχρεώσεις συνεχών «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» σε όλους τους τομείς και θεσπίζει ως κριτήριο πιθανής «ευελιξίας» την πρόοδο μιας χώρας στις «μεταρρυθμίσεις».

Τέλος, το Δημοσιονομικό Σύμφωνο έχει προβλέψει και τα κατάλληλα παραθυράκια εξαίρεσης: όταν διαπιστώνεται «ειδική πλειοψηφία» μεταξύ των μελών που αντιτίθεται στην προληπτική ή κυρωτική διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος από την Κομισιόν, αυτή απλώς παγώνει. Τόσο απλά.

Στην πράξη, λοιπόν, αυτό που αποφάσισαν χθες οι ηγέτες της Ε.Ε., και το οποίο Ρέντσι και Ολάντ παρουσιάζουν ως γαλλοϊταλική νίκη κατά της λιτότητας, δεν είναι παρά ένα αναμάσημα των κανόνων του Μάαστριχτ, των αναθεωρήσεών του και του Δημοσιονομικού Συμφώνου, τα οποία λειτουργούν σαν ρωσικές κούκλες. Ο κανόνας παραμένει η λιτότητα και οι εξαιρέσεις γίνονται αλά καρτ, με βάση τους συσχετισμούς δύναμης και με κριτήριο το «μεταρρυθμόμετρο». Δηλαδή, τον νεοφιλελεύθερο φανατισμό με τον οποίο οι κυβερνήσεις ξηλώνουν ό,τι έχει απομείνει από κοινωνικό κράτος, εργασιακά δικαιώματα, στοιχειώδεις φραγμούς στην ασυδοσία του κεφαλαίου και δημόσια αγαθά.

Από τον Δρόμο της Αριστεράς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου